συνεργατικός

Z Wikislovníku
Skočit na navigaci Skočit na vyhledávání

Možná hledáte συνεργατικώς.

řečtina[editovat]

výslovnost[editovat]

  • IPA: [si.nɛɾ.ɣa.tiˈko̞s]

přídavné jméno[editovat]

skloňování[editovat]

Číslo singulár plurál
Rod mužský ženský střední mužský ženský střední
nominativ συνσυνεργατικός συνεργατική συνεργατικό συνεργατικοί συνεργατικές συνεργατικά
genitiv συνεργατικού συνεργατικής συνεργατικού συνεργατικών συνεργατικών συνεργατικών
akuzativ συνεργατικό(ν) συνεργατική συνεργατικό συνεργατικούς συνεργατικές συνεργατικά
vokativ συνεργατικέ συνεργατική συνεργατικό συνεργατικοί συνεργατικές συνεργατικά

význam[editovat]

  1. kooperativní, ukázněný, spolupracující

související[editovat]