πρόφαση
Skočit na navigaci
Skočit na vyhledávání
řečtina
[editovat]výslovnost
[editovat]- IPA: [ˈprɔ.fa.sɪ]
varianty
[editovat]podstatné jméno
[editovat]- rod ženský
skloňování
[editovat]Substantivum | singulár | plurál |
---|---|---|
nominativ | πρόφαση | προφάσεις |
genitiv | προφάσεως nebo πρόφασης | προφάσεων |
akuzativ | πρόφαση | προφάσεις |
vokativ | πρόφαση | προφάσεις |
význam
[editovat]- záminka
- Αλλά, σε κάθε περίπτωση, πιστεύω πως δεν μπορούμε παρά να λάβουμε υπόψη αυτό τον κίνδυνο, αφού ούτως ή άλλως είναι ικανοί να χρησιμοποιήσουν οτιδήποτε ως δικαιολογία. Θυμόμαστε τις δανέζικες καρικατούρες το 2006, που προκάλεσαν τεράστιο θόρυβο, αλλά εμείς στη Γαλλία είχαμε ήδη στους κινηματογράφους το Μωάμεθ και τον είχαμε προβάλλει πολλές φορές και δεν υπήρξε κανένα πρόβλημα. Συνεπώς, οι ισλαμιστές ψάχνουν μια πρόφαση, όταν τη χρειάζονται. Υπήρξαν ορισμένες διαμαρτυρίες, κυρίως στην Αίγυπτο και την Τυνησία και αλλού, αλλά αυτό δεν αντιπροσωπεύει τίποτα. Δεν υπήρξαν ούτε θάνατοι, ούτε επιθέσεις, ούτε τίποτε παρόμοιο.[1]
- (v biologii) profáze (jedna z etap mitózy a meiózy)
synonyma
[editovat]- πρόσχημα
- —