ἀραχνοειδής
Skočit na navigaci
Skočit na vyhledávání
Možná hledáte αραχνοειδής.
starořečtina[editovat]
výslovnost[editovat]
přídavné jméno[editovat]
- dvojvýchodné
význam[editovat]
- pavoukovitý, podobný pavouku
- pavučinovitý, podobný pavučině
skloňování[editovat]
Číslo | singulár | duál | plurál | ||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Rod | mužský | ženský | střední | mužský | ženský | střední | mužský | ženský | střední |
nominativ | ἀραχνοειδής | ἀραχνοειδής | ἀραχνοειδές | ἀραχνοειδεῖ | ἀραχνοειδεῖ | ἀραχνοειδεῖ | ἀραχνοειδεῖς | ἀραχνοειδεῖς | ἀραχνοειδῆ |
genitiv | ἀραχνοειδοῦς | ἀραχνοειδοῦς | ἀραχνοειδοῦς | ἀραχνοειδοῖν | ἀραχνοειδοῖν | ἀραχνοειδοῖν | ἀραχνοειδῶν | ἀραχνοειδῶν | ἀραχνοειδῶν |
dativ | ἀραχνοειδεῖ | ἀραχνοειδεῖ | ἀραχνοειδεῖ | ἀραχνοειδοῖν | ἀραχνοειδοῖν | ἀραχνοειδοῖν | ἀραχνοειδέσιν | ἀραχνοειδέσιν | ἀραχνοειδέσιν |
akuzativ | ἀραχνοειδῆ | ἀραχνοειδῆ | ἀραχνοειδές | ἀραχνοειδεῖ | ἀραχνοειδεῖ | ἀραχνοειδεῖ | ἀραχνοειδεῖς | ἀραχνοειδεῖς | ἀραχνοειδῆ |
vokativ | ἀραχνοειδές | ἀραχνοειδές | ἀραχνοειδές | ἀραχνοειδεῖ | ἀραχνοειδεῖ | ἀραχνοειδεῖ | ἀραχνοειδεῖς | ἀραχνοειδεῖς | ἀραχνοειδῆ |