ζορμπαλίκι
Vzhled
řečtina
[editovat]výslovnost
[editovat]- IPA: [zoɾ.baˈʎi.ci]
etymologie
[editovat]Z tureckého zorbalık.
podstatné jméno
[editovat]- rod střední
význam
[editovat]- svévole, libovůle, arbitrárnost
- Κατά τον Τριανταφυλλόπουλο, ο Παπαδιαμάντης δημιουργούσε καινούργιες λέξεις με το ζορμπαλίκι του αυθεντικού γλωσσοπλάστη.