μεταφραστής
Skočit na navigaci
Skočit na vyhledávání
řečtina
[editovat]výslovnost
[editovat]- IPA: [mɛ.ta.fɾa.ˈstis]
varianty
[editovat]- (archaicky, knižně, zřídka) μεταφράστης
podstatné jméno
[editovat]- rod mužský
skloňování
[editovat]Substantivum | singulár | plurál |
---|---|---|
nominativ | μεταφραστής | μεταφραστές |
genitiv | μεταφραστής | μεταφραστών |
akuzativ | μεταφραστή | μεταφραστές |
vokativ | μεταφραστή | μεταφραστές |
význam
[editovat]- překladatel, tlumočník
- Ο πρόεδρος της δημοκρατίας ρίχνει πάλιν το φταίξιμο για το σκάνδαλο στον μεταφραστή του, τον κακόμοιρο. – Prezident opět svaluje vinu za skandál na svého ubohého tlumočníka.
- Tρεις παράγοντες αναμένεται να διαμορφώσουν τις εξελίξεις στο προσφυγικό ζήτημα στο άμεσο μέλλον: Πρώτον,(...) Δεύτερον, (...)Τρίτον, η ανησυχία ότι μέσα σε αυτό το νέο προσφυγικό κύμα θα μπορούσαν να παρεισφρήσουν μεταφραστές, οι οποίοι στη συνέχεια θα μπορούσαν να πραγματοποιήσουν επιθέσεις στη Δυτική Ευρώπη. – Očekává se, že v bezprostřední budoucnosti uprchlickou otázku budou formovat tři faktory: Zaprvé..., zadruhé..., zatřetí, obava, že do této nové uprchlické vlny by se mohli infiltrovat překladatelé, kteří by posléze mohli uskutečňovat útoky v západní Evropě.[1]
související
[editovat]poznámky
[editovat]- ↑ [Φόβοι για κλιμάκωση των προσφυγικών ροών προς Ευρώπη], deník Kathimerinh, rubrika ΚΟΣΜΟΣ, 23.října 2016 - překlad zprávy agentury Reuters